ζωντανοπεθαμένος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ζωντανοπεθαμένος < ζωντανό(ς) + πεθαμένος
Επίθετο[επεξεργασία]
ζωντανοπεθαμένος -η, -ο
- (λαϊκότροπο, παρωχημένο) που δείχνει να είναι πεθαμένος λόγω νεκροφάνειας, ενώ είναι ζωντανός
- ※ ζωντανοπεθαμένοι: Ένα από τα συμπτώματα της νόσου των δυτών ήταν η νεκροφάνεια. Οι «κτυπημένοι» μηχανικοί δεν έδειχναν καθόλου σημάδια ζωής· έμοιαζαν πεθαμένοι! Υπήρξαν περιπτώσεις, όπως μαρτυρούν οι ίδιοι οι σφουγγαράδες, που οι σύντροφοι περνώντας τους για νεκρούς τους έθαβαν βιαστικά, όπως κι όπως
- Γιάννης Αντ. Χειλάς, «Κωπηλατώντας με τον Ελπήνορα …!», Kalymnos News.gr (28 Απριλίου 2020)· πρόσβαση: 2020-12-15.
- ※ ζωντανοπεθαμένοι: Ένα από τα συμπτώματα της νόσου των δυτών ήταν η νεκροφάνεια. Οι «κτυπημένοι» μηχανικοί δεν έδειχναν καθόλου σημάδια ζωής· έμοιαζαν πεθαμένοι! Υπήρξαν περιπτώσεις, όπως μαρτυρούν οι ίδιοι οι σφουγγαράδες, που οι σύντροφοι περνώντας τους για νεκρούς τους έθαβαν βιαστικά, όπως κι όπως
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ζωντανοπεθαμένος
|