ημίχρονο
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ημίχρονο < ημι- + χρόνος, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική half-time
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ημίχρονο ουδέτερο
- το μέρος ενός αθλητικού αγώνα που έχει διάρκεια ίση με το μισό της συνολικής
- το διάλειμμα ανάμεσα στα δύο μέρη ενός αγώνα