Μετάβαση στο περιεχόμενο

κλοῦστρον

Από Βικιλεξικό
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ κλοῦστρον τὰ κλοῦστρ
      γενική τοῦ κλούστρου τῶν κλούστρων
      δοτική τῷ κλούστρ τοῖς κλούστροις
    αιτιατική τὸ κλοῦστρον τὰ κλοῦστρ
     κλητική ! κλοῦστρον κλοῦστρ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  κλούστρω
γεν-δοτ τοῖν  κλούστροιν
2η κλίση, Κατηγορία 'τέκνον' όπως «στοιχεῖον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κλοῦστρον (ελληνιστική κοινή) < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κλοῦστρον, -ου ουδέτερο (ελληνιστική κοινή)