μεταλλῖτις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

καθαρεύουσα (κατά την αρχαία κλίση)
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική μεταλλῖτις αἱ μεταλλίτιδες
      γενική τῆς μεταλλίτιδος τῶν μεταλλιτίδων
      δοτική τῇ μεταλλίτιδι ταῖς μεταλλίτισι(ν)
    αιτιατική τὴν μεταλλῖτιν τὰς μεταλλίτιδᾰς
     κλητική ! μεταλλῖτι μεταλλίτιδες
3η κλίση, Κατηγορία 'ἔρις' όπως «ἔρις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεταλλῖτις (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική μέταλλ(ον) + -ῖτις, θηλυκό του -ίτης. Εννοείται θηλυκό ουσιαστικό όπως γῆ. (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
ΣτΕ υποννοείται, αλλά δε μαρτυρείται τύπος αρσενικού σε -ίτης

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μεταλλῖτις, -ιδος θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]