μονόστιχος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μονόστιχος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο[επεξεργασία]
μονόστιχος, -η, -ο
- που αποτελείται από έναν στίχο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μονόστιχος
|