νεφραγγειακός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο νεφραγγειακός η νεφραγγειακή το νεφραγγειακό
      γενική του νεφραγγειακού της νεφραγγειακής του νεφραγγειακού
    αιτιατική τον νεφραγγειακό τη νεφραγγειακή το νεφραγγειακό
     κλητική νεφραγγειακέ νεφραγγειακή νεφραγγειακό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι νεφραγγειακοί οι νεφραγγειακές τα νεφραγγειακά
      γενική των νεφραγγειακών των νεφραγγειακών των νεφραγγειακών
    αιτιατική τους νεφραγγειακούς τις νεφραγγειακές τα νεφραγγειακά
     κλητική νεφραγγειακοί νεφραγγειακές νεφραγγειακά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

νεφραγγειακός < νεφρά + αγγείο + -ακός

Επίθετο[επεξεργασία]

νεφραγγειακός

Μεταφράσεις[επεξεργασία]