νοστιμούλικος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- νοστιμούλικος < νόστιμος + υποκοριστικό επίθημα -ούλικος
Επίθετο
[επεξεργασία]νοστιμούλικος
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] νοστιμούλικος
|