οπισθοφαρυγγικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο οπισθοφαρυγγικός η οπισθοφαρυγγική το οπισθοφαρυγγικό
      γενική του οπισθοφαρυγγικού της οπισθοφαρυγγικής του οπισθοφαρυγγικού
    αιτιατική τον οπισθοφαρυγγικό την οπισθοφαρυγγική το οπισθοφαρυγγικό
     κλητική οπισθοφαρυγγικέ οπισθοφαρυγγική οπισθοφαρυγγικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι οπισθοφαρυγγικοί οι οπισθοφαρυγγικές τα οπισθοφαρυγγικά
      γενική των οπισθοφαρυγγικών των οπισθοφαρυγγικών των οπισθοφαρυγγικών
    αιτιατική τους οπισθοφαρυγγικούς τις οπισθοφαρυγγικές τα οπισθοφαρυγγικά
     κλητική οπισθοφαρυγγικοί οπισθοφαρυγγικές οπισθοφαρυγγικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

οπισθοφαρυγγικός < οπισθο- + φάρυγγ(ας) + -ικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Επίθετο[επεξεργασία]

οπισθοφαρυγγικός, -ή, -ό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]