παραφιλικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: παραφυλικός

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο παραφιλικός η παραφιλική το παραφιλικό
      γενική του παραφιλικού της παραφιλικής του παραφιλικού
    αιτιατική τον παραφιλικό την παραφιλική το παραφιλικό
     κλητική παραφιλικέ παραφιλική παραφιλικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι παραφιλικοί οι παραφιλικές τα παραφιλικά
      γενική των παραφιλικών των παραφιλικών των παραφιλικών
    αιτιατική τους παραφιλικούς τις παραφιλικές τα παραφιλικά
     κλητική παραφιλικοί παραφιλικές παραφιλικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παραφιλικός < παραφιλία + -ικός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική paraphilic)

Επίθετο[επεξεργασία]

παραφιλικός, -ή, -ό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]