παραφιλολογία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- παραφιλολογία < παρα- + φιλολογία, μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική paralittérature[1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pa.ɾa.fi.lo.loˈʝi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πα‐ρα‐φι‐λο‐λο‐γί‐α
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]παραφιλολογία θηλυκό
- η κυκλοφορία ανυπόστατων φημών ή σχολίων μικρής αξίας γύρω από ένα θέμα
- συνώνυμο του παραλογοτεχνία
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] παραφιλολογία
|
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ παραφιλολογία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα παρα- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα φιλο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -λογία (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)