πιθαράκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πιθαράκι τα πιθαράκια
      γενική
    αιτιατική το πιθαράκι τα πιθαράκια
     κλητική πιθαράκι πιθαράκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πιθαράκι < πιθάρ(ι) + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pi.θaˈɾa.ci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πι‐θα‐ρά‐κι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πιθαράκι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]