πολυσυμπαντικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία el[επεξεργασία]
- πολυσυμπαντικός' < πολυ- + συμπαντικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο[επεξεργασία]
πολυσυμπαντικός, -ή, -ό
- (φυσική) που αναφέρεται στην πολυσυμπαντική θεωρία
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πολυσυμπαντικός
|