πολύχορδος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πολύχορδος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο[επεξεργασία]
πολύχορδος, -η, -ο
- που έχει πολλές χορδές
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πολύχορδος
|