προσημείωσις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
προσημείωσις < προσημειῶ + -σις (-ωσις) ή (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή προσημείωσις

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

προσημείωσις θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]



ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική προσημείωσῐς αἱ προσημειώσεις
      γενική τῆς προσημειώσεως τῶν προσημειώσεων
      δοτική τῇ προσημειώσει ταῖς προσημειώσεσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν προσημείωσῐν τὰς προσημειώσεις
     κλητική ! προσημείωσῐ προσημειώσεις
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  προσημειώσει
γεν-δοτ τοῖν  προσημειωσέοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'δύναμις' όπως «δύναμις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
προσημείωσις < προσημειόω / προσημειῶ, προσημειοῦμαι + -σις (-ωσις)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

προσημείωσις, -εως θηλυκό