σκαμπίλι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | σκαμπίλι | τα | σκαμπίλια |
γενική | του | σκαμπιλιού | των | σκαμπιλιών |
αιτιατική | το | σκαμπίλι | τα | σκαμπίλια |
κλητική | σκαμπίλι | σκαμπίλια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- σκαμπίλι < γαλλική brusquembille < ανθρωπωνύμιο Brusquembille / Bruscambille
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]σκαμπίλι ουδέτερο
- απότομο χτύπημα στο μάγουλο με την παλάμη του χεριού
- είδος χαρτοπαιγνίου με δυο παίκτες ή δυο ζευγάρια παικτών
Συγγενικά
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ράπισμα
→ δείτε τη λέξη ράπισμα |
χαρτοπαίγνιο