σουρωμένος
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- σουρωμένος < → λείπει η ετυμολογία
Μετοχή
[επεξεργασία]σουρωμένος
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη μεθυσμένος
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] σουρωμένος
→ δείτε τη λέξη μεθυσμένος |