τεχνικογεωλογικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τεχνικογεωλογικός < τεχνικός + γεωλογικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο[επεξεργασία]
τεχνικογεωλογικός, -ή, -ό
- που είναι τεχνικός και γεωλογικός
- ※ Με σκοπό την αντιστήριξη του βόρειου πρανούς του αρχαιολογικού χώρου , έγινε αυτοψία από τεχνικούς γεωλόγους του ΙΓΜΕ και εκπονήθηκε τεχνικογεωλογική μελέτη (Αρχαιολογικόν δελτίον, τόμος 63, 2008, σελ. 814)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τεχνικογεωλογικός
|