τζα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ετυμολογία 1[επεξεργασία]
- τζα < (στην παιδική γλώσσα) [1]
Επιφώνημα[επεξεργασία]
τζα!
- επιφώνημα στο κρυφτό με μωρά και νήπια, όταν ο κρυμμένος βγάζει την παλάμη του μπροστά απ' το πρόσωπο αποκαλύπτοντάς το, απαντητικό του κούκου
Εκφράσεις[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τζα
|
Ετυμολογία 2[επεξεργασία]
- τζα < (άμεσο δάνειο) ιταλική già (ήδη, ναι) [2] (προφορά ˈd͡ʒa) < προέλευσης από τη λατινική → και δείτε τη λέξη già#Italian στο αγγλικό Βικιλεξικό
Επίρρημα[επεξεργασία]
τζα
- (ιδιωματικό, όπως στο επτανησιακό ιδίωμα)
- ήδη
- ※ Διονύσιος Ρώμας, 1906-1961. «Το ρεμπελιό των ποπολάρων» στις τριλογίες Περίπλους απόσπασμα@books.google
- (ως επιβεβαίωση) βέβαια, «ναι, για», σίγουρα, αμέ
- ήδη
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ τζα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ Λάζαρης, Χριστόφορος Γ. (1970). Τα λευκαδίτικα. Ετυμολογικόν και ερμηνευτικόν λεξιλόγιον των γλωσσικών ιδιωμάτων της νήσου Λευκάδος, Ιωάννινα: Εκτύπωσις Ευριπίδη Κ. Θέμελη.
Κατηγορίες:
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Παιδική γλώσσα (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επιφωνήματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (νέα ελληνικά)
- Επιρρήματα (νέα ελληνικά)
- Ιδιωματικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Επτανησιακά ιδιώματα
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)