τοπική αυτοδιοίκηση
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- τοπική αυτοδιοίκηση < → δείτε τις λέξεις τοπικός και αυτοδιοίκηση
Προφορά
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]τοπική αυτοδιοίκηση θηλυκό
- μορφή διακυβέρνησης της οποίας η αρμοδιότητα καλύπτει περιοχή μικρότερη από εκείνη του κράτους
- ※ Στη Βουλή κατατέθηκε την Τρίτη το νομοσχέδιο με το νέο εκλογικό σύστημα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, το οποίο θέτει τέλος στον θεσμό της απλής αναλογικής.
- Στη Βουλή ο νέος εκλογικός νόμος για την Αυτοδιοίκηση: Καταργείται η απλή αναλογική, Η Καθημερινή, 18 Μαΐου 2021
- ※ Στη Βουλή κατατέθηκε την Τρίτη το νομοσχέδιο με το νέο εκλογικό σύστημα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, το οποίο θέτει τέλος στον θεσμό της απλής αναλογικής.
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]- ΤΑ (συντομογραφία)
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] τοπική αυτοδιοίκηση
|
Πηγές
[επεξεργασία]- αυτοδιοίκηση - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας