αρμοδιότητα
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αρμοδιότητα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]αρμοδιότητα θηλυκό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αρμοδιότητα
αρμοδιότητα θηλυκό