υποπροξενείο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- υποπροξενείο < υποπρόξενος + -είο ((μεταφραστικό δάνειο) γαλλική vice-consulat[1])
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
υποπροξενείο ουδέτερο
- κατώτερης βαθμίδας προξενείο που υπάγεται σε άλλο προξενείο
- (συνεκδοχικά) το γραφείο του υποπρόξενου ή το κτήριο όπου στεγάζονται οι σχετικές υπηρεσίες
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
- ὑποπροξενεῖο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
υποπροξενείο
- ↑ υποπροξενείο - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πεύκο' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -είο (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)