φθηνούτσικος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- φθηνούτσικος < φθην(ός) + υποκοριστικό επίθημα -ούτσικος
Επίθετο
[επεξεργασία]φθηνούτσικος, -η / -ια, -ο
Συγγενικά
[επεξεργασία]- φθηνούτσικα
- → δείτε τη λέξη φτηνός
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] φθηνούτσικος
|