φιλοζωία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- φιλοζωία < ελληνιστική κοινή φιλοζωΐα < φιλόζωος < φίλος + ζωή
- φιλοζωία < φιλόζω(ος) + -ία < αρχαία ελληνική φιλόζῳος < φίλος + ζῷον
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
φιλοζωία θηλυκό
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αγάπη για τη ζωή
|
αγάπη για τα ζώα
|