φιρικιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φιρικιά οι φιρικιές
      γενική της φιρικιάς των φιρικιών
    αιτιατική τη φιρικιά τις φιρικιές
     κλητική φιρικιά φιρικιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φιρικιά < φιρίκ(ι) + -ιά < τουρκική ferik

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /fi.riˈcia/
τυπογραφικός συλλαβισμός: φι‐ρι‐κιά

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

φιρικιά θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]