χειραγωγήσιμος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο χειραγωγήσιμος η χειραγωγήσιμη το χειραγωγήσιμο
      γενική του χειραγωγήσιμου της χειραγωγήσιμης του χειραγωγήσιμου
    αιτιατική τον χειραγωγήσιμο τη χειραγωγήσιμη το χειραγωγήσιμο
     κλητική χειραγωγήσιμε χειραγωγήσιμη χειραγωγήσιμο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι χειραγωγήσιμοι οι χειραγωγήσιμες τα χειραγωγήσιμα
      γενική των χειραγωγήσιμων των χειραγωγήσιμων των χειραγωγήσιμων
    αιτιατική τους χειραγωγήσιμους τις χειραγωγήσιμες τα χειραγωγήσιμα
     κλητική χειραγωγήσιμοι χειραγωγήσιμες χειραγωγήσιμα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χειραγωγήσιμος < χειραγωγώ + -ιμος

Επίθετο[επεξεργασία]

χειραγωγήσιμος

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]