χιλιομετρικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- χιλιομετρικός < χιλιόμετρο
Επίθετο
[επεξεργασία]χιλιομετρικός
- που αναφέρεται σε απόσταση μετρούμενη σε χιλιόμετρα
- χιλιομετρική απόσταση
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] χιλιομετρικός
|