Markt
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
ονομαστική | der | Markt | die | Märkte |
γενική | des | Marktes Markts |
der | Märkte |
δοτική | dem | Markt Markte |
den | Märkten |
αιτιατική | den | Markt | die | Märkte |
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Markt (de) αρσενικό
Σύνθετα
[επεξεργασία]
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Markt < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Markt αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
[επεξεργασία]
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Markt < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Markt αρσενικό ή θηλυκό