Μετάβαση στο περιεχόμενο

Sinn

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική der Sinn die Sinne
γενική des Sinns
Sinnes
der Sinne
δοτική dem Sinn
Sinne
den Sinnen
αιτιατική den Sinn die Sinne

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Sinn (de) αρσενικό


Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Sinn αρσενικό ή θηλυκό

  • Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 ,



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Sinn < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Sinn αρσενικό ή θηλυκό

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Sinn < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Sinn αρσενικό

  • Den samlede liste over for- og efternavne i Region Nordjylland (Ο πλήρης κατάλογος των ονομάτων και των επωνύμων στην περιοχή Βόρεια Γιούτλαντ), nordjyske.dk, ανακτήθηκε στις 13/9/2023