notable
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
notable | notables |
notable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
notable | notables |
notable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- o πρόκριτος, o προύχοντας, ο προεστός