place

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
place places

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pleɪs/
 
ομόηχα: plays, plaice

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

place (en)

  1. τόπος, μέρος, περιοχή
     συνώνυμα: area
  2. θέση

Ρήμα[επεξεργασία]

ενεστώτας place
γ΄ ενικό ενεστώτα places
αόριστος placed
παθητική μετοχή placed
ενεργητική μετοχή placing

place (en)

  • τοποθετώ, βάζω κάτι κάπου
    She wanted to place the vase somewhere safe so it doesn't fall and break.
    Αυτή ήθελε να βάλει το βάζο κάπου ασφαλές για να μην πέσει και σπάσει.

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • place - Cambridge Dictionary online
  • place - Dictionary.com. Λήμματα από διάφορα λεξικά για την αγγλική γλώσσα. © 2019 Dictionary.com, LLC



Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
place places

place (fr) θηλυκό

Εκφράσεις[επεξεργασία]