νάνος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ αλλαγή των πινάκων μεταφράσεων σε κρυμμένους τύπους |
μ Νέο Σύστημα |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{δείτε|νᾶνος}} |
{{δείτε|νᾶνος}} |
||
{{ |
=={{-el-}}== |
||
{{el-κλίσ-'δρόμος'|νάν}} |
{{el-κλίσ-'δρόμος'|νάν}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
|||
{{-ετυμ-}} |
|||
:'''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[νᾶνος]] |
:'''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[νᾶνος]] |
||
==={{προφορά}}=== |
|||
{{-προφ-}} |
|||
{{ΔΦΑ|ˈna.nɔs}} |
{{ΔΦΑ|ˈna.nɔs}} |
||
{{ |
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
||
'''{{PAGENAME}}''' {{α}} |
'''{{PAGENAME}}''' {{α}} |
||
# (''ιατρική'') άνθρωπος πολύ κοντός και μικρόσωμος σε σχέση με άλλα άτομα της ηλικίας του |
# (''ιατρική'') άνθρωπος πολύ κοντός και μικρόσωμος σε σχέση με άλλα άτομα της ηλικίας του |
||
Γραμμή 15: | Γραμμή 15: | ||
# πλάσμα της φαντασίας που, υποτίθεται, ζει στα [[δάσος|δάση]], στα [[βουνό|βουνά]] ή σε [[στοά|στοές]] κι έχει ιδιαίτερες τεχνικές ικανότητες, κυρίως, στην [[ξυλουργία]] και τη [[μεταλλουργία]] |
# πλάσμα της φαντασίας που, υποτίθεται, ζει στα [[δάσος|δάση]], στα [[βουνό|βουνά]] ή σε [[στοά|στοές]] κι έχει ιδιαίτερες τεχνικές ικανότητες, κυρίως, στην [[ξυλουργία]] και τη [[μεταλλουργία]] |
||
===={{μεταφράσεις}}==== |
|||
{{-μτφ-}} |
|||
{{μτφ-αρχή}} |
{{μτφ-αρχή}} |
||
* {{en}} : {{τ|en|dwarf}} |
* {{en}} : {{τ|en|dwarf}} |
Αναθεώρηση της 04:13, 14 Φεβρουαρίου 2010
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- νάνος < αρχαία ελληνική νᾶνος
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
νάνος αρσενικό
- (ιατρική) άνθρωπος πολύ κοντός και μικρόσωμος σε σχέση με άλλα άτομα της ηλικίας του
- άτομο ανάξιο κι ασήμαντο στον τομέα στον οποία ανήκει
- (βοτανική) φυτό με διαστάσεις πολύ μικρότερες από το συνηθισμένο
- (ζωολογία) ζώο μικρού σώματος που χρησιμοποιείται κυρίως ως πειραματόζωο
- (αστρονομία) λευκός ή άσπρος νάνος: αστέρας με σχετικά μικρό μέγεθος, αποτέλεσμα της έκρηξης αστέρα με μάζα λιγότερη από το οκταπλάσιο της μάζας του Ήλιου
- πλάσμα της φαντασίας που, υποτίθεται, ζει στα δάση, στα βουνά ή σε στοές κι έχει ιδιαίτερες τεχνικές ικανότητες, κυρίως, στην ξυλουργία και τη μεταλλουργία
Μεταφράσεις
νάνος
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «νανοσ'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'νάνοσ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"'νάνος'"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «νανοσ».