αρχαιότητα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ απλοποίηση προτ. κλίσης |
|||
Γραμμή 3: | Γραμμή 3: | ||
{{el-κλίσ-'σάλπιγγα'}} |
{{el-κλίσ-'σάλπιγγα'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[ἀρχαιότης]] < [[ἀρχαῖος]] |
||
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
||
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}} |
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}} |
Αναθεώρηση της 14:24, 1 Σεπτεμβρίου 2015
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- αρχαιότητα < αρχαία ελληνική ἀρχαιότης < ἀρχαῖος
Ουσιαστικό
αρχαιότητα θηλυκό
- οι αρχαίοι χρόνοι
- οι Έλληνες κατά την αρχαιότητα δημιούργησαν έναν μεγάλο πολιτισμό
- (για εργαζόμενους) η χρονική διάρκεια που κάποιος κατέχει μια θέση στον δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα
- οι προαγωγές έγιναν κατ' αρχαιότητα
- αρχαιότητες: αντικείμενα αρχαιολογικού ενδιαφέροντος
- έμπορος αρχαιοτήτων