ψιλή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη mn |
|||
Γραμμή 3: | Γραμμή 3: | ||
{{el-κλίσ-'ψυχή'}} |
{{el-κλίσ-'ψυχή'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < [[ψιλός]] |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{θ} του επιθέτου [[ψιλός]] |
||
[[Αρχείο:Manual hair clippers.JPG|thumb|η "'''ψιλή'''" (2)]] |
[[Αρχείο:Manual hair clippers.JPG|thumb|η "'''ψιλή'''" (2)]] |
Αναθεώρηση της 08:12, 24 Μαρτίου 2017
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | ψιλή | οι | ψιλές |
γενική | της | ψιλής | των | ψιλών |
αιτιατική | την | ψιλή | τις | ψιλές |
κλητική | ψιλή | ψιλές | ||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- ψιλή < {{θ} του επιθέτου ψιλός
Ουσιαστικό
ψιλή θηλυκό
- το σημείο [ ᾿ ], το ένα από τα δύο πνεύματα που χρησιμοποιούνταν στο πολυτονικό σύστημα γραφής της ελληνικής γλώσσας, αυτό που δήλωνε την απουσία δασείας προφοράς για το αρχικό φωνήεν μιας λέξη, όμοιο με το σύμβολο της αποστρόφου
- μηχανή για κούρεμα που κόβει τα μαλλιά σύρριζα, γουλί
Συγγενικά
Μεταφράσεις
ψιλή
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
ψιλή