σημαίνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ετικέτα: Αναιρέθηκε
μ Ανάκληση των επεξεργασιών που έγιναν από τον 2A02:587:1022:E900:6C21:F67E:FD70:DEF8 (συζήτηση) και επιστροφή στην τελευταία αναθεώρηση που είχε γίνει από την Sarri.greek
Ετικέτα: Επαναφορά
Γραμμή 35: Γραμμή 35:
{{el-κλίσ-'σημαίνω'}}
{{el-κλίσ-'σημαίνω'}}
{{el-κλίσ-'μιαίνομαι'|πρ1=|μτχ=σεσημασμένος}}
{{el-κλίσ-'μιαίνομαι'|πρ1=|μτχ=σεσημασμένος}}
{{clear}} ολα καλα
{{clear}}

===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}

Αναθεώρηση της 13:43, 28 Μαρτίου 2022

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

σημαίνω < κληρονομημένο από την αρχαία ελληνική σημαίνω

Ρήμα

σημαίνω, πρτ.: σήμαινα, στ.μέλλ.: θα σημάνω, αόρ.: σήμανα, παθ.φωνή: σημαίνομαι, π.αόρ.: σημάνθηκα, μτχ.π.π.: σεσημασμένος

  1. χωρίς παθητική φωνή, συνήθως στο τρίτο πρόσωπο
    1. (μεταβατικό) είμαι φορέας μιας σημασίας μέσα στο πλαίσιο ενός κώδικα επικοινωνίας, όπως είναι η γλώσσα
      τι σημαίνει η λέξη "ενδελεχώς";
    2. (μεταβατικό) ταυτίζομαι με κάτι άλλο ως προς το νοηματικό περιεχόμενο
      η επιφύλαξή μου δε σημαίνει απροθυμία
    3. (μεταβατικό) (αμετάβατο) εκπέμπω ένα ηχητικό σήμα που αναγγέλλει ή προειδοποιεί για κάτι
      σήμανε συναγερμός στο στρατόπεδο
      σημαίνω εγερτήριο κάθε μέρα στις 6
    4. (αμετάβατο) (μεταφορικά) φτάνει η ώρα
      σήμανε η ώρα για να ξεσηκωθούμε
  2. με παθητική φωνή (μεταβατικό) καταγράφω σημάδι, σήμανση → δείτε τη λέξη σημαίνομαι

Σημειώσεις

Μετοχή παθητικού παρακειμένου

Συγγενικά

Κλίση

Μεταφράσεις