αεροφαγία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αεροφαγία οι αεροφαγίες
      γενική της αεροφαγίας των αεροφαγιών
    αιτιατική την αεροφαγία τις αεροφαγίες
     κλητική αεροφαγία αεροφαγίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αεροφαγία < αερο- + -φαγία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  < αγγλική aerophagia

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αεροφαγία θηλυκό, χωρίς πληθυντικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]