διτετράγωνος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- διτετράγωνος < (δις) δι- + τετράγωνος
Επίθετο[επεξεργασία]
διτετράγωνος, -η, -ο
- (μαθηματικά, για εξίσωση) που είναι τετάρτου βαθμού με έναν άγνωστο
- ↪ Η εξίσωση αx4 + βx2 + γ = 0, με α ≠ 0, είναι διτετράγωνη
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τις λέξεις δύο, τετράγωνος, τέσσερα και γωνία
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
διτετράγωνος
|