ηχοεντοπισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ηχοεντοπισμός < ηχο- + εντοπισμός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /i.xo.en.do.piˈzmos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : η‐χο‐ε‐ντο‐πι‐σμός
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ηχοεντοπισμός αρσενικό
- (ακουστική) ο εντοπισμός της πηγής, της κατεύθυνσης ενός ήχου
Συγγενικά[επεξεργασία]
- ηχοεντοπιστικός
- → δείτε τις λέξεις ήχος, εντοπισμός και τόπος
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ηχοεντοπισμός
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ηχο- (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ακουστική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)