Δαμιανός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Δαμιανός | οι | Δαμιανοί |
γενική | του | Δαμιανού | των | Δαμιανών |
αιτιατική | τον | Δαμιανό | τους | Δαμιανούς |
κλητική | Δαμιανέ | Δαμιανοί | ||
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Δαμιανός < ελληνιστική κοινή Δαμιανός < άγνωστης ετυμολογίας, πιθανώς σχετιζόμενο με την αρχαία ελληνική Δάμων[1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ða.mɲaˈnos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δα‐μια‐νός
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Δαμιανός αρσενικό
Μεταγραφές
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - ονόματα από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)