κοινότυπος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Νέο Σύστημα |
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
||
Γραμμή 18: | Γραμμή 18: | ||
{{μτφ-τέλος}} |
{{μτφ-τέλος}} |
||
{{κλείδα |
{{κλείδα-ελλ}} |
Αναθεώρηση της 00:42, 22 Μαΐου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- κοινότυπος < επίθετο κοινότοπος, με αντικατάσταση του δέυτερου συνθετικού τόπος με τύπος < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική common type
Επίθετο
κοινότυπος -η -ο
- αδόκιμος όρος που χρησιμοποιείται κατά κόρον στην καθομιλούμενη αντί του κοινότοπος
- → δείτε τη λέξη κοινότοπος.
Συγγενικά
Μεταφράσεις
κοινότυπος
→ δείτε τη λέξη κοινότοπος |