συντομογραφία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ κατάργηση της παραμέτρου nowiki=1 |
μ αλλαγή προτ. κλίσης |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{el-κλίσ-' |
{{el-κλίσ-'θάλασσα'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < [[σύντομος]] + [[-γραφία]] (''από το ρήμα [[γράφω]]'') |
: '''{{PAGENAME}}''' < [[σύντομος]] + [[-γραφία]] (''από το ρήμα [[γράφω]]'') |
Αναθεώρηση της 20:06, 30 Ιουλίου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Ουσιαστικό
συντομογραφία θηλυκό
- σύντμηση μιας λέξης ή μιας έκφρασης με αφαίρεση γραμμάτων που επιτρέπει την πιο γρήγορη γραφή και την εξοικονόμηση χώρου
- Σημείωση
- Η συντομογραφία είναι είδος συντομομορφής, που ενώ γράφεται σύντομα, δεν προφέρεται σύντομα, αλλά προφέρεται ως πλήρης μορφή.
- Παραδείγματα συντομογραφιών
Συνώνυμα
Συγγενικά
- συντομογραφικά (καθαρεύουσα: συντομογραφικώς)
- συντομογραφικός
Κατάλογος συντομογραφιών που χρησιμοποιούνται τυπικώς σε λεξικά
- 'αρσ.': αρσενικό
- 'θηλ.': θηλυκό
- 'ουδ.': ουδέτερο
- 'αρχ.': αρχαίος
- 'μτφρ.': μετάφραση
- 'ουσ.': ουσιαστικό
- 'επίρρ.: επίρρημα κ.α.
Δείτε επίσης
Μεταφράσεις
συντομογραφία