Κάρναβος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Κάρναβος οι Κάρναβοι
      γενική του Κάρναβου των Κάρναβων
    αιτιατική τον Κάρναβο τους Κάρναβους
     κλητική Κάρναβο Κάρναβοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δημητράκος (κλίση: υπνάκος)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Κάρναβος < λείπει η ετυμολογία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈkaɾ.na.vos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κάρ‐να‐βος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Κάρναβος αρσενικό (θηλυκό Κάρναβου)

Μεταγραφές[επεξεργασία]

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Κάρναβος < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Κάρναβος αρσενικό