Μανωλάς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Μανωλάς < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ma.noˈlas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μα‐νω‐λάς
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Μανωλάς αρσενικό (θηλυκό Μανωλά)