Πουρνιώτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /puɾˈɲo.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πουρ‐νιώ‐της

Ετυμολογία 1[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Πουρνιώτης οι Πουρνιώτες
      γενική του Πουρνιώτη των Πουρνιωτών
    αιτιατική τον Πουρνιώτη τους Πουρνιώτες
     κλητική Πουρνιώτη Πουρνιώτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Πουρνιώτης < Πουρνιά ή Πούρν(ος) + -ιώτης

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Πουρνιώτης αρσενικό (θηλυκό Πουρνιώτισσα)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Ετυμολογία 2[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Πουρνιώτης οι Πουρνιώτηδες
      γενική του Πουρνιώτη* των Πουρνιώτηδων
    αιτιατική τον Πουρνιώτη τους Πουρνιώτηδες
     κλητική Πουρνιώτη Πουρνιώτηδες
 * Και λόγια γενική ενικού Πουρνιώτου
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Πουρνιώτης < πατριδωνυμικό Πουρνιώτης

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Πουρνιώτης αρσενικό (θηλυκό Πουρνιώτη ή Πουρνιώτου)

Μεταγραφές[επεξεργασία]