αβυσσοπελαγικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αβυσσοπελαγικός < άβυσσ(ος) + -ο- + πελαγικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο[επεξεργασία]
αβυσσοπελαγικός, -α, -ο
- (θαλάσσια διαστρωμάτωση) σχετικός με τη θαλάσσια ζώνη που βρίσκεται σε βάθος μεταξύ των 3.800 μέτρων και των 6.000 μέτρων[1]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- Θαλάσσια διαστρωμάτωση στη Βικιπαίδεια
- επιπελαγικός - μεσοπελαγικός - βαθυπελαγικός - αβυσσοπελαγικός / αβυσσαίος - πλουτώνιος
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αβυσσοπελαγικός
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ Εγκυκλοπαίδεια Britannica, λήμμα marine environments, ανακτήθηκε στις 6/7/2023
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως η ομάδα 'ωραίος' (νέα ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'θαυμάσιος' (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ικός (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)