αντιρατσιστικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αντιρατσιστικός < αντι- + ρατσιστικός
Επίθετο[επεξεργασία]
αντιρατσιστικός, -ή, -ό
- που αντιτίθεται στον ρατσισμό
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη ράτσα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αντιρατσιστικός