ασκυρόστρωτος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ασκυρόστρωτος η ασκυρόστρωτη το ασκυρόστρωτο
      γενική του ασκυρόστρωτου της ασκυρόστρωτης του ασκυρόστρωτου
    αιτιατική τον ασκυρόστρωτο την ασκυρόστρωτη το ασκυρόστρωτο
     κλητική ασκυρόστρωτε ασκυρόστρωτη ασκυρόστρωτο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ασκυρόστρωτοι οι ασκυρόστρωτες τα ασκυρόστρωτα
      γενική των ασκυρόστρωτων των ασκυρόστρωτων των ασκυρόστρωτων
    αιτιατική τους ασκυρόστρωτους τις ασκυρόστρωτες τα ασκυρόστρωτα
     κλητική ασκυρόστρωτοι ασκυρόστρωτες ασκυρόστρωτα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ασκυρόστρωτος < α- + σκυροστρώνω + -τος

Επίθετο

[επεξεργασία]

ασκυρόστρωτος

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]