αχάμπαρος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
αχάμπαρος, -η, -ο
[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη χαμπάρι