βουτυρώδης
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
[
επεξεργασία
]
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
βουτυρώδ
ης
η
βουτυρώδ
ης
το
βουτυρώδ
ες
γενική
του
βουτυρώδ
ους
της
βουτυρώδ
ους
του
βουτυρώδ
ους
αιτιατική
τον
βουτυρώδ
η
τη
βουτυρώδ
η
το
βουτυρώδ
ες
κλητική
βουτυρώδ
η
(
ς
)
βουτυρώδ
ης
βουτυρώδ
ες
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
βουτυρώδ
εις
οι
βουτυρώδ
εις
τα
βουτυρώδ
η
γενική
των
βουτυρωδ
ών
των
βουτυρωδ
ών
των
βουτυρωδ
ών
αιτιατική
τους
βουτυρώδ
εις
τις
βουτυρώδ
εις
τα
βουτυρώδ
η
κλητική
βουτυρώδ
εις
βουτυρώδ
εις
βουτυρώδ
η
Κατηγορία
όπως «
μανιώδης
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
[
επεξεργασία
]
βουτυρώδης
<
βούτυρο
+
-ώδης
Επίθετο
[
επεξεργασία
]
βουτυρώδης
που μοιάζει με
βούτυρο
που είναι
γεμάτος
βούτυρο
Μεταφράσεις
[
επεξεργασία
]
βουτυρώδης
Κατηγορίες
:
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'μανιώδης' (νέα ελληνικά)
Νέα ελληνικά
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Download QR code
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες