δυσκολοδήγητος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο δυσκολοδήγητος η δυσκολοδήγητη το δυσκολοδήγητο
      γενική του δυσκολοδήγητου της δυσκολοδήγητης του δυσκολοδήγητου
    αιτιατική τον δυσκολοδήγητο τη δυσκολοδήγητη το δυσκολοδήγητο
     κλητική δυσκολοδήγητε δυσκολοδήγητη δυσκολοδήγητο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι δυσκολοδήγητοι οι δυσκολοδήγητες τα δυσκολοδήγητα
      γενική των δυσκολοδήγητων των δυσκολοδήγητων των δυσκολοδήγητων
    αιτιατική τους δυσκολοδήγητους τις δυσκολοδήγητες τα δυσκολοδήγητα
     κλητική δυσκολοδήγητοι δυσκολοδήγητες δυσκολοδήγητα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
δυσκολοδήγητος < δύσκολος + -ο- + οδηγώ + -τος

Επίθετο

[επεξεργασία]

δυσκολοδήγητος

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]