ενενηκονταετής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ενενηκονταετής η ενενηκονταετής το ενενηκονταετές
      γενική του ενενηκονταετούς* της ενενηκονταετούς του ενενηκονταετούς
    αιτιατική τον ενενηκονταετή την ενενηκονταετή το ενενηκονταετές
     κλητική ενενηκονταετή(ς) ενενηκονταετής ενενηκονταετές
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ενενηκονταετείς οι ενενηκονταετείς τα ενενηκονταετή
      γενική των ενενηκονταετών των ενενηκονταετών των ενενηκονταετών
    αιτιατική τους ενενηκονταετείς τις ενενηκονταετείς τα ενενηκονταετή
     κλητική ενενηκονταετείς ενενηκονταετείς ενενηκονταετή
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ενενηκονταετής < ελληνιστική κοινή ἐνενηκονταετής / ενενήκοντα + -ετής • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ενενηκονταετής αρσενικό

  1. που έχει ηλικία ενενήντα ετών
  2. που έχει διάρκεια ενενήντα ετών

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

δεκαετής εικοσαετής τριανταετής / τριακονταετής σαρανταετής / τεσσαρακονταετής πενηνταετής / πεντηκονταετής εξηνταετής / εξηκονταετής εβδομηνταετής / εβδομηκονταετής ογδονταετής / ογδοηκονταετής εννενηνταετής / ενενηνταετής / εννενηκονταετής / ενενηκονταετής εκατονταετής

Μεταφράσεις[επεξεργασία]